Απόστολος Παύλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Ασό Βικιπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:


Ο '''Απόστολος Παύλος''' (Ταρσός, Κιλικία αρχές 1ου αι. (5-15 μ.Χ.) – Ρώμη 66-68 μ.Χ.), συγγραφέας των μισών περίπου από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, αναγνωρίσθηκε ως Ισαπόστολος και Άγιος, και ήταν μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της πρώιμης εποχής του Χριστιανισμού, υποστηρικτής της παγκοσμιότητας της Διδασκαλίας Του Ιησού. Για τον λόγο αυτό πήρε το όνομα ''"Απόστολος τῶν ἐθνῶν"'' και των εθνικών, εκείνων δηλαδή που δεν ανήκουν στον λαό και στη θρησκεία των Εβραίων.
Ο '''Απόστολος Παύλος''' (Ταρσός, Κιλικία αρχές 1ου αι. (5-[[15]] μ.Χ.) – Ρώμη 66-68 μ.Χ.), συγγραφέας των μισών περίπου από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, αναγνωρίσθηκε ως Ισαπόστολος και Άγιος, και ήταν μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της πρώιμης εποχής του Χριστιανισμού, υποστηρικτής της παγκοσμιότητας της Διδασκαλίας Του Ιησού. Για τον λόγο αυτό πήρε το όνομα ''"Απόστολος τῶν ἐθνῶν"'' και των εθνικών, εκείνων δηλαδή που δεν ανήκουν στον λαό και στη θρησκεία των Εβραίων.


Λεγόταν Σαούλ (''Σαύλος'', βλ. ''Πράξ. 7:58'', ''8:1'' κ.ά.) αλλά κατά την τότε συνήθεια των Ιουδαίων της διασποράς έφερε εκτός από το ιουδαϊκό όνομα και ένα ομόηχο ελληνικό ή ρωμαϊκό.
Λεγόταν Σαούλ (''Σαύλος'', βλ. ''Πράξ. 7:58'', ''8:1'' κ.ά.) αλλά κατά την τότε συνήθεια των Ιουδαίων της διασποράς έφερε εκτός από το ιουδαϊκό όνομα και ένα ομόηχο ελληνικό ή ρωμαϊκό.

Μορφήν τη 02:20, 8 Απρίλ 2020

Ο Απόστολος Παύλος (Ταρσός, Κιλικία αρχές 1ου αι. (5-15 μ.Χ.) – Ρώμη 66-68 μ.Χ.), συγγραφέας των μισών περίπου από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, αναγνωρίσθηκε ως Ισαπόστολος και Άγιος, και ήταν μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της πρώιμης εποχής του Χριστιανισμού, υποστηρικτής της παγκοσμιότητας της Διδασκαλίας Του Ιησού. Για τον λόγο αυτό πήρε το όνομα "Απόστολος τῶν ἐθνῶν" και των εθνικών, εκείνων δηλαδή που δεν ανήκουν στον λαό και στη θρησκεία των Εβραίων.

Λεγόταν Σαούλ (Σαύλος, βλ. Πράξ. 7:58, 8:1 κ.ά.) αλλά κατά την τότε συνήθεια των Ιουδαίων της διασποράς έφερε εκτός από το ιουδαϊκό όνομα και ένα ομόηχο ελληνικό ή ρωμαϊκό.